Το 2ο κεφάλαιο του έργου του Λουίτζι Φάμπρι "ΑΝΑΡΧΙΑ
ΚΑΙ «ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ» ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ"
Λουίτζι Φάμπρι
ΑΝΑΡΧΙΑ ΚΑΙ «ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ» ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Η μετάφραση της εργασίας αυτής του Λουίτζι Φάμπρι έγινε από την έκδοση των Cienfuegos Press και Soil of Libarty από την Αγγλία και τις ΗΠΑ αντίστοιχα. Η κοινή αυτή έκδοση είχε τον τίτλο «The poverty of statism» («Η φτώχεια του κρατισμού») και περιείχε ένα διάλογο αναρχισμού-μαρξισμού. Τα κείμενα που περιλαμβάνονταν στην έκδοση αυτή ήταν τρία: 1) το κείμενο του Νικολάι Μπουχάριν «Αναρχία και Επιστημονικός Κομμουνισμός» από την μαρξιστική πλευρά και τα κείμενα του Λουίτζι Φάμπρι «Αναρχία και “Επιστημονικός» Κομμουνισμός» - το οποίο και παρουσιάζεται εδώ – και τα κείμενα του Ρούντολφ Ρόκερ «Αναρχισμός και Σοβιετισμός» και «Μαρξ και Αναρχισμός» από την αναρχοκομμουνιστική και αναρχοσυνδικαλιστική πλευρά αντίστοιχα.
Την έκδοση αυτή είχε προλογίσει ο Άλμπερτ Μέλτζερ, Άγγλος αναρχοσυνδικαλιστής και από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες του βρετανικού αναρχικού κινήματος στον 20ό αιώνα.
Εμείς, μεταφράζοντας και παρουσιάζοντας για πρώτη φορά στην ελληνική γλώσσα το κείμενο αυτό του Ιταλού αναρχοκομμουνιστή, Λουίτζι Φάμπρι, στοχεύουμε ξεκάθαρα στην προπαγάνδιση και ανάπτυξη του ρεύματος που αυτός εκπροσωπεί.
Ο Λουίτζι Φάμπρι γεννήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 1877. Ήταν και παραμένει ελάχιστα γνωστός έξω από τους ιταλικούς αναρχικούς κύκλους. Παρ’ όλα αυτά, υπήρξε ένας από τους πιο εξέχοντες αναρχικούς θεωρητικούς, ακολουθώντας και προπαγανδίζοντας το αναρχοκομμουνιστικό ρεύμα, στο οποίο, επίσης, περιλαμβάνονται και οι Λουίτζι Γκαλεάνι, Καμίλο Μπερνέρι και Πιέτρο Γκόρι, ανάμεσα σε άλλους. Έγινε αναρχικός σε ηλικία 17 ετών και μετά από δύο χρόνια συνάντησε τον Ερρίκο Μαλατέστα, με τον οποίο επιδόθηκαν σε διάφορες επαναστατικές δραστηριότητες. Ήταν συνεκδότης της ιταλικής αναρχικής επιθεώρησης «Il Pensiero» («Η Σκέψη»), αλλά συνεισέφερε και σε άλλες αναρχικές εκδόσεις, όπως την «Lotta Umana» («Ανθρώπινη Πάλη») και την τότε καθημερινή «Umanita Nova» («Νέα Ανθρωπότητα»), η οποία συνεχίζει σήμερα την κυκλοφορία της ως όργανο της Ιταλικής Αναρχικής Ομοσπονδίας (FAI) και της οποίας ο Ερρίκο Μαλατέστα ήταν εκδότης για χρόνια. Έγραψε, επίσης, διάφορα έργα, από τα οποία τα γνωστότερα είναι: «Μαλατέστα, η Ζωή και η Σκέψη του», «Δικτατορία και Επανάσταση», «Μαρξισμός και Αναρχισμός» και «Αστικές Επιδράσεις στον Αναρχισμό» (που έχει μετάαφραστεί και κυκλοφορήσει στα ελληνικά από την Ομάδα Αναρχοκομμουνιστών-Κοινοτιστών Νέας Σμύρνης, εκδόσεις «Ελεύθερος Τύπος»). Το 1926 κατάφερε να διαφύγει από την φασιστική τρομοκρατία, καταφεύγοντας πρώτα στο Βέλγιο και στην Γαλλία και μετά, αφ’ ότου απελάθηκε από εκεί, στην Ουρουγουάη όπου συνέχισε τον αγώνα και την αναρχική προπαγάνδα και πέθανε το 1935.
Ελευθεριακή Πρωτοβουλία Πειραιά
«Ούτε Θεός-Ούτε Αφέντης» Μελβούρνη, Αυστραλία
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Το Κράτος και ο Συγκεντρωτισμός της Παραγωγής
Για κάποιο διάστημα τώρα, οι κομμουνιστές συγγραφείς - και ειδικά μεταξύ αυτών και ο Μπουχάριν - θέλησαν να κατηγορήσουν τους αναρχικούς για κάποιο συγκεκριμένο λάθος, το οποίο οι αναρχικοί πάντα αρνούνταν και που μέχρι πρόσφατα μπορούμε να το προσάψουμε στα πρόθυρα των σοσιαλδημοκρατών της B’ Διεθνούς, στην αναγωγή δηλαδή όλου του προβλήματος μεταξύ του μαρξισμού και του αναρχισμού ως ζητήματος του ΤΕΛΙΚΟΥ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟΥ, δηλαδή της κατάργησης ή όχι του κράτους στην σοσιαλιστική κοινωνία του μέλλοντος. Κάποτε, οι δημοκράτες σοσιαλιστές οι οποίοι τότε, όπως και οι κομμουνιστές το κάνουν σήμερα, αποκαλούνταν «επιστημονικοί», επιβεβαιώνοντας την ανάγκη ύπαρξης του κράτους στο σοσιαλιστικό καθεστώς και πιστεύοντάς το, ήθελαν να περνιούνται για μαρξιστές. Μέχρι πολύ πρόσφατα, οι αναρχικοί συγγραφείς ήταν, πάνω-κάτω, οι μόνοι που εξέθεταν αυτό το ζήτημα ως διαστρέβλωση του μαρξισμού. Τώρα, από την άλλη πλευρά, γίνεται προσπάθεια να τους καταστήσουμε (τους αναρχικούς) υπεύθυνους γι' αυτήν την διαστρέβλωση.
Στο διεθνές, σοσιαλιστικό συνέδριο των εργατών στο Λονδίνο το 1896 – για το οποίο πολλοί πίστευαν ότι είχε συγκληθεί για ν’ αποκλειστούν οι αναρχικοί (οι οποίοι, τότε, είχαν απομείνει οι μόνοι που χρησιμοποιούσαν τον τίτλο κομμουνιστές) από τα διεθνή συνέδρια, λόγω του ότι δεν είχαν αποδεχτεί την κατάκτηση της εξουσίας ως μέσο ούτε και ως σκοπό - δεν ήταν άλλος από τον Ερρίκο Μαλατέστα ο οποίος ανέφερε ότι στην πραγματικότητα οι αναρχικοί και οι σοσιαλιστές είχαν έναν κοινό στόχο από την κατάργηση του κράτους και ότι στο συγκεκριμένο ζήτημα οι μαρξιστές υποστήριζαν τις θεωρίες του ίδιου του Μαρξ.
Κάποιο διάστημα πριν, στα κείμενα των αναρχικών, μέσω της πολύ καλής αναρχιστικής ερμηνείας του Καρλ Μαρξ, το 1872 - κάτι που είχε μνημονεύσει και ο Μπακούνιν - ο σοσιαλισμός είχε τεθεί ως ένα από τα κεντρικά σημεία μιας από τις βιαιότερες πολεμικές του Μαρξ ως εξής:
«Αυτό που όλοι οι σοσιαλιστές καταλαβαίνουν για την αναρχία είναι το παρακάτω: μόλις ο σκοπός του προλεταριακού κινήματος, η κατάργηση των τάξεων, επιτευχθεί, η εξουσία του κράτους - η οποία εξυπηρετεί στο να διατηρεί τη μεγάλη πλειοψηφία των παραγωγών κάτω από τον ζυγό μιας μικρής εκμεταλλευτικής μειονότητας, εξαφανίζεται - και οι λειτουργίες της κυβέρνησης μεταμορφώνονται σε απλές διοικητικές λειτουργίες» (3).
Δεν βρίσκουμε σωστή την ιδέα αυτή ότι η αναρχία είναι αποδεκτή, διότι δεν πιστεύουμε ότι το κράτος θα πεθάνει φυσιολογικά ή αναπόφευκτα ως αποτέλεσμα της κατάργησης των τάξεων. Το κράτος είναι κάτι παραπάνω από ό,τι το αποτέλεσμα του ταξικού διαχωρισμού, είναι, την ίδια στιγμή, ο δημιουργός των προνομίων απ’ όπου γεννιούνται νέες ταξικές διαιρέσεις. Ο Μαρξ εσφαλμένα πίστευε ότι μόλις καταργηθούν οι τάξεις, το κράτος θα πεθάνει φυσιολογικά λόγω «έλλειψης τροφής». Το κράτος δεν θα πεθάνει, εκτός εάν καταστραφεί εσκεμμένα, όπως και ο καπιταλισμός δεν θα πάψει να υπάρχει, εκτός εάν τον «σκοτώσουν» μέσω της απαλλοτρίωσης. Εάν ένα κράτος παραμείνει αμετάβλητο, τότε θα δημιουργήσει μια νέα άρχουσα τάξη για τον εαυτό του, εάν, δηλαδή, επιλέξει να μην συμμαχήσει με την παλιά κατάσταση. Συνοπτικά, οι ταξικές διαιρέσεις θα επιμείνουν να υπάρχουν και οι τάξεις, τελικά, ποτέ δεν θα καταργηθούν, όσο ζει το κράτος.
Αλλά εδώ δεν μπαίνει το ζήτημα του να δει κανείς τι μπορεί να είναι αλήθεια σε όσα πίστευε ο Μαρξ όσον αφορά το τέλος του κράτους. Είναι γεγονός ότι ο μαρξισμός συμφωνεί με τον αναρχισμό στην πρόβλεψη ότι ο κομμουνισμός ισοδυναμεί με το θάνατο του κράτους: μόνο που, σύμφωνα με τον μαρξισμό, το κράτος πρέπει να πεθάνει φυσιολογικά, ενώ ο αναρχισμός πιστεύει ότι το κράτος πρέπει να πεθάνει βίαια.
Και, ας το ξαναπούμε, οι αναρχικοί το κατέδειξαν αυτό - στην πολεμική τους με τους σοσιαλδημοκράτες, αμέτρητες φορές από το 1880 μέχρι σήμερα.
Οι εξουσιαστές κομμουνιστές, ενώ ήταν ορθώς κριτικοί στην ιδέα των σοσιαλδημοκρατών (την οποία, χωρίς αμφιβολία, την αποδίδουν, εσφαλμένα, στους αναρχικούς), ότι η βασική διαφορά μεταξύ του σοσιαλισμού και του αναρχισμού βρίσκεται στον τελικό στόχο του περιορισμού του κράτους, από την άλλη κάνουν με τη σειρά τους ένα λάθος που είναι παρόμοιο και ίσως βαρύτερο.
Αυτοί - και εκ μέρους τους και ο Μπουχάριν - πιστεύουν ότι η «πραγματική διαφορά» μεταξύ των αναρχικών και των κρατιστών κομμουνιστών είναι η εξής: ότι, ενώ «η ιδανική λύση των κομμουνιστών... είναι η συγκεντρωτική παραγωγή που οργανώνεται μεθοδικά σε μεγάλες μονάδες», ΤΟ ΙΔΑΝΙΚΟ ΤΩΝ ΑΝΑΡΧΙΚΩΝ ΣΥΝΙΣΤΑΤΑΙ ΣΤΗΝ ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΜΙΚΡΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΔΟΜΗ ΤΟΥΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΑΛΛΗΛΕΣ ΝΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΟΥΝ ΚΑΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ, ΑΛΛΑ... ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΙ ΜΕΣΩ ΕΝΟΣ ΔΙΚΤΥΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ (4).
Θα ήταν ενδιαφέρον να μάθουμε σε ποιο βιβλίο, φυλλάδιο ή πρόγραμμα των αναρχικών, τίθεται αυτό ως «ιδανικό» ή ακόμη ως ένας σκληρός και γρήγορος κανόνας!
Θα χρειαζόταν κάποιος να μάθει, για παράδειγμα, ποιες είναι οι δομικές ανεπάρκειες που αποκλείουν μια μικρή κοινότητα από το να διαχειριστεί μια μεγάλη μονάδα και πώς οι ελεύθερες συμβάσεις ή οι ελεύθερες συναλλαγές κλπ. είναι απαραίτητα εμπόδια σε αυτό. Έτσι, οι κρατιστές κομμουνιστές φαντάζονται ότι οι ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΜΙΚΡΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΜΕΝΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ. Γιατί μικρής κλίμακας;
Η πεποίθησή τους μάλλον είναι ότι η αποκέντρωση των λειτουργιών παντού και πάντα σημαίνει πτώση παραγωγής και ότι η παραγωγή μεγάλης κλίμακας και η ύπαρξη τεράστιων οργανώσεων παραγωγών είναι απίθανες, εκτός εάν διοικούνται κεντρικά από ένα μεμονωμένο κεντρικό γραφείο, σύμφωνα με ένα μεμονωμένο σχέδιο διαχείρισης. Να ποιο είναι το παιδαριώδες!
Οι μαρξιστές κομμουνιστές, ειδικά οι Ρώσοι, πλανώνται από τη μακρινή αυταπάτη της μεγάλης βιομηχανίας στη Δύση ή στην Αμερική, και κάνουν λάθος σχετικά με το σύστημα παραγωγής που είναι μόνο ένα τυπικά καπιταλιστικό μέσον κερδοσκοπίας, ένα μέσο άσκησης πίεσης. Και δεν εκτιμούν ότι αυτό το είδος συγκεντροποίησης, εκτός από το ότι ικανοποιεί τις πραγματικές ανάγκες της παραγωγής είναι, αντιθέτως, ακριβώς αυτό που την περιορίζει, την εμποδίζει και της βάζει φρένο, προς το συμφέρον του καπιταλισμού.
Όποτε οι δικτατορικοί κομμουνιστές μιλούν για «αναγκαιότητα της παραγωγής» δεν κάνουν καμιά διάκριση μεταξύ αυτών των αναγκαιοτήτων από τις οποίες εξαρτάται η προμήθεια μιας μεγαλύτερης ποσότητας και μιας υψηλότερης ποιότητας προϊόντων - και αυτό είναι που μας ενδιαφέρει από όλες τις σοσιαλιστικές και κομμουνιστικές απόψεις - και των αναγκαιοτήτων που ενυπάρχουν στο αστικό καθεστώς, την αναγκαιότητα των καπιταλιστών να αποσπάσουν μεγαλύτερο κέρδος, ακόμη και εάν χρειαζόταν να μειώσουν την παραγωγή. Εάν ο καπιταλισμός τείνει στη συγκεντροποίηση των λειτουργιών του, δεν το κάνει για χάρη της παραγωγής αλλά για τη συσσώρευση περισσότερου πλούτου - κάτι που οδηγεί από κοινού τους καπιταλιστές να αφήνουν τεράστια κομμάτια γης ακαλλιέργητα ή να περιορίζουν συγκεκριμένα είδη παραγωγής · ακόμη και να προχωρούν στην καταστροφή τελειωμένων προϊόντων. Όλες αυτές οι κατά μέρος θεωρήσεις δεν αποτελούν το κύριο ζήτημα τριβής ανάμεσα στους εξουσιαστές κομμουνιστές και τους αναρχικούς κομμουνιστές.
Όταν αναφέρονται στην υλική και τεχνική μέθοδο της παραγωγής, οι αναρχικοί δεν έχουν προδικάσει λύσεις ή απόλυτες προδιαγραφές και υποκλίνονται μπροστά σ’ αυτό που η εμπειρία και οι συνθήκες σε μια ελεύθερη κοινωνία συστήνουν και προδιαγράφουν. Αυτό που μετράει είναι ότι όποιο και να είναι το είδος παραγωγής που έχει υιοθετηθεί, θα έπρεπε να υιοθετηθεί από την ελεύθερη επιλογή των ίδιων των παραγωγών και να μην επιβληθεί ενδεχομένως ως εκμετάλλευση της εργασίας του άλλου. Δεδομένων όλων των προαναφερθέντων, το ερώτημα πώς πρέπει να οργανωθεί η παραγωγή έρχεται δεύτερο. Οι αναρχικοί δεν αποκλείουν εκ των προτέρων καμία πρακτική λύση και, παρομοίως, παραδέχονται ότι μπορεί να υπάρξει ταυτόχρονα ένας αριθμός διαφορετικών λύσεων, αφού επιχειρήσουν να θέσουν σ’ εφαρμογή αυτές που πρότειναν οι ίδιοι οι εργάτες, από τη που γνωρίζουν την επαρκή βάση για μια ολοένα μεγαλύτερη και καλύτερη παραγωγή.
Οι αναρχικοί αντιτίθενται με ζήλο στο απολυταρχικό, συγκεντρωτικό πνεύμα των κυβερνώντων κομμάτων και της κρατικής πολιτικής σκέψης, η οποία είναι από τη φύση της συγκεντρωτική. Έτσι, φαντάζονται την μελλοντική κοινωνική ζωή στη βάση του φεντεραλισμού, από το άτομο στο Δήμο, στην κοινότητα, στην περιφέρεια, στο έθνος, σε διεθνές επίπεδο, στη βάση της αλληλεγγύης και της ελεύθερης συμφωνίας. Και είναι φυσικό αυτό το ιδανικό να αντανακλάται και στην οργάνωση της παραγωγής, προτιμώντας όσο γίνεται μια αποκεντρωμένη οργάνωση παραγωγής. Αλλά αυτό δεν παίρνει τη μορφή μιας απόλυτης αρχής που πρέπει να εφαρμοστεί παντού και σε κάθε περίπτωση. Μια τέτοια γραμμή ελεύθερης σκέψης, από την άλλη πλευρά, θα εκτόπιζε τη δυνατότητα επιβολής μιας τέτοιας μονόπλευρης λύσης.
Για να είμαστε σίγουροι, οι αναρχικοί απορρίπτουν την ουτοπική ιδέα των μαρξιστών για παραγωγή οργανωμένη μ’ έναν συγκεντρωτικό τρόπο (σύμφωνα με τα προδικασμένα, μονόπλευρα κριτήρια διακανονίζονται από ένα κεντρικό γραφείο του οποίου η κρίση είναι αλάνθαστη). Αλλά το γεγονός ότι δεν αποδέχονται αυτήν την παράλογη μαρξιστική λύση δεν σημαίνει και ότι πηγαίνουν στην αντίθετη όχθη, στην μονόπλευρη αντίληψη «των μικρών κοινοτήτων που δεσμεύονται μόνον σε παραγωγές μικρής κλίμακας», που αποδόθηκε σ' αυτούς από την πένα του «επιστημονικού» κομμουνισμού. Ακριβώς το αντίθετο: από το 1890 και μετά, ο Κροπότκιν έλαβε ως σημείο εκκίνησης «...την παρούσα κατάσταση των βιομηχανιών, όπου τα πάντα είναι συνυφασμένα και εξαρτώνται αμοιβαία, όπου κάθε πλευρά της παραγωγής χρησιμοποιεί τις άλλες πλευρές». Και υπέδειξε μερικούς από τους πλατύτερους εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς παραγωγής, διανομής, δημοσίων υπηρεσιών και πολιτισμού ως παραδείγματα (δεόντως τροποποιημένα) πιθανών αναρχικών κομμουνιστικών οργανώσεων.
Οι εξουσιαστές κομμουνιστές, σεχταριστές και δογματικοί καθώς είναι, δεν μπορούν να δουν ότι άλλοι δεν είναι σαν αυτούς κι έτσι μας χρεώνουν με τα δικά τους ελαττώματα.
Η πεποίθησή μας, με γενικούς όρους, ακόμη και εάν έχει να κάνει με οικονομικά ζητήματα - ακόμη και όταν η εχθρότητά μας εστιάζεται κυρίως κατά των πολιτικών της εκδηλώσεων - είναι ότι ο συγκεντρωτισμός αποτελεί το λιγότερο χρήσιμο τρόπο για να δρομολογούνται τα πράγματα - ο λιγότερο κατάλληλος για τις πρακτικές απαιτήσεις της κοινωνικής ζωής. Αλλά αυτό με κανέναν τρόπο δεν μας εμποδίζει από το να παραδεχτούμε ότι μπορούν να υπάρξουν μερικά τμήματα παραγωγής, συγκεκριμένες δημόσιες υπηρεσίες, μερικά γραφεία διοίκησης ή συναλλαγής κλπ., όπου επίσης χρειάζεται μια κάποια συγκεντροποίηση των λειτουργιών. Στην περίπτωση αυτή κανείς δεν υποστηρίξει το αντίθετο. Αυτό που έχει σημασία για τους αναρχικούς είναι ότι δεν πρέπει να υπάρχει συγκεντροποίηση της εξουσίας και αξίζει επισημάνουμε εδώ ότι δεν θα υπάρξει καμία επιβολή σε κανέναν με τη βία, με το πρόσχημα ότι ικανοποιεί μια πρακτική ανάγκη, καμίας μεθόδου που έχει τη στήριξη μόνον των ολίγων. Ένας κίνδυνος που θα εξαφανιστεί εάν όλες οι κυβερνητικές εξουσίας και κάθε αστυνομικό σώμα, που ενδεχομένως επιβληθούν με τη βία και μέσω της μονοπωλιακής οπλισμένης βίας τους.
Σε αυτό το νεομαρξιστικό λάθος της υποχρεωτικής και απόλυτης συγκεντροποίησης, δεν αντιτάσσουμε την αποκέντρωση κάθε τι με τη βία, γιατί κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι περνάμε στην άλλη άκρη. Προτιμούμε την αποκεντρωμένη διοίκηση. Αλλά, τελικά, σε πρακτικά και τεχνικά προβλήματα, διαφέρουμε στην ελεύθερη εμπειρία, υπό το φως της οποίας, ανάλογα με τις συνθήκες και περιστάσεις που θα επικρατούν, κάτω από το ένα σύστημα ούτε κάτω από το άλλο μπορεί να αναδυθεί η κυριαρχία ή η εκμετάλλευση του ενός ανθρώπου από τον άλλον.
Δεν υπάρχει λόγος να συγχέουμε τον πολιτικό συγκεντρωτισμό με την κρατική εξουσία στα χέρια των λίγων με τη συγκεντροποίηση της παραγωγής. Και μάλιστα τόσο πολύ που σήμερα η παραγωγή δεν έχει συγκεντροποιηθεί στην κυβέρνηση, αλλά είναι μάλλον ανεξάρτητη απ’ αυτήν και έχει αποκεντρωθεί μεταξύ των διαφόρων ιδιοκτητών, βιομηχάνων, εταιρειών, περιορισμένων εταιρειών, διεθνών εταιρειών κλπ.
Σύμφωνα με τους αναρχικούς, η ουσία του κράτους δεν είναι (όπως φαντάζονται οι εξουσιαστές κομμουνιστές) ο μηχανιστικός συγκεντρωτισμός της παραγωγής - που είναι και διαφορετικό ζήτημα, για το οποίο μιλήσαμε ανωτέρω - αλλά, μάλλον, ο συγκεντρωτισμός της εξουσίας Ή ΝΑ ΤΟ ΘΕΣΟΥΜΕ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ Η ΠΙΕΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ της οποίας το κράτος απολαμβάνει το μονοπώλιο, μέσω αυτής της οργάνωσης βίας που είναι γνωστή ως «κυβέρνηση». Στον ιεραρχικό δεσποτισμό, στο δικαστικό, στον αστυνομικό και στο στρατιωτικό δεσποτισμό που επιβάλλουν τους νόμους τους στον καθένα, η οργάνωση αυτή υπερασπίζεται τα προνόμια της ιδιοκτήτριας τάξης και δημιουργεί άλλες δικές της. Αλλά, χωρίς αμφιβολία, εάν προσθέταμε τον οικονομικό συγκεντρωτισμό της παραγωγής στον συγκεντρωτισμό που οδηγεί σε μια περισσότερο ή λιγότερο δικτατορική κυβέρνηση όλων των αστυνομικών και στρατιωτικών εξουσιών - δηλαδή εάν το κράτος ήταν ταυτόχρονα αστυνομικός και αφεντικό και εάν ο τόπος εργασίας ήταν κάτι σαν ένα στρατόπεδο - τότε η πίεση του κράτους θα ήταν ανυπόφορη - και οι αναρχικοί θα πολλαπλασίαζαν τους λόγους της εχθρότητας τους απέναντί της.
Κατά αξιοθρήνητο τρόπο, αυτό είναι το φανερό τέλος του δρόμου στον οποίο περπάτησαν οι εξουσιαστές κομμουνιστές.
Τι θέλουν στην πραγματικότητα να πετύχουν οι κομμουνιστές; Τι ξεκίνησαν να χτίζουν στη Ρωσία; Την πιο συγκεντρωτική, καταπιεστική και βίαιη δικτατορία, κρατική και στρατιωτική. Και, επιπλέον, εμπιστεύονται ή σκοπεύουν να εμπιστευτούν, συγχρόνως, τη διαχείριση των κοινωνικών πόρων και την παραγωγή σ’ αυτό το δικτατορικό κράτος, το οποίο διαλύει κάθε δυσανάλογη κρατική αρχή, μεταμορφώνοντάς την επιπλέον ΣΤΗΝ ΑΠΟΛΥΤΗ ΖΗΜΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ, οδηγώντας στην καθιέρωση μιας νέας προνομιούχας τάξης ή κάστας στη θέση της προηγούμενης. Πάνω απ’ όλα τα’ άλλα ΠΡΟΣ ΖΗΜΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ, αξίζει να τονίσει κανείς. Και το ρωσικό παράδειγμα έδειξε ότι δεν κάναμε λάθος. Το ότι η Ρωσία βρίσκεται στο λιμό σήμερα αυτό οφείλεται στον κακόφημο αποκλεισμό του Δυτικού καπιταλισμού και την ασυνήθιστη ξηρασία. Αλλά το ΑΠΟΔΙΟΡΓΑΝΩΤΙΚΟ αποτέλεσμα της δικτατορικής γραφειοκρατίας, η πολιτική και στρατιωτική συγκεντροποίησηη, συνέβαλαν σημαντικά σ’ αυτό.
Οι εξουσιαστές κομμουνιστές αξιώνουν μας λένε ότι εύχονται και αυτοί την κατάργηση του κράτους. Γνωρίζουμε αυτήν την αξίωση από τον καιρό των Μαρξ και Ένγκελς. Αλλά η πεποίθηση ή η πρόθεση δεν αρκούν από μόνες τους. Πρέπει να ενεργήσει κανείς με συνέπεια από την αρχή. Αντίθετα, οι δικτατορικοί κομμουνιστές, εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί το κίνημά τους και την κατεύθυνση που αυτοί θα ήθελαν να επιβάλλουν στην επανάσταση, παίρνουν ακριβώς τον αντίθετο δρόμο απ’ αυτόν που οδηγεί στην κατάργηση του κράτους και στον κομμουνισμό.
Κατευθύνονται ολόισια προς το «δυνατό και κυρίαρχο κράτος» της σοσιαλδημοκρατικής μνήμης, προς μια πιο διαιτητική άρχουσα τάξη, κάτω από την οποία το προλεταριάτο του αύριο θα βρεθεί αναγκασμένο να κάνει μια νέα επανάσταση. Ας αφήσουμε αυτούς τους κομμουνιστές οι οποίοι επιδιώκουν σοβαρά να κάνει ο κομμουνισμός αυτό το μοιραίο λάθος που υπονομεύει τα αληθινά θεμέλια όλου του κτίσματος των απολυταρχικών κομμουνιστικών κομμάτων, αντί του να σπαταλούν το χρόνο τους με το να σκέφτονται τα φανταστικά λάθη των αναρχικών - αυτοί που έχουν κάθε δικαίωμα να απαντούν στις κριτικές των προσκυνητών αυτών του κομμουνισμού: ΦΥΣΙΚΕ, ΘΕΡΑΠΕΥΣΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ!
ΑΝΑΡΧΙΑ ΚΑΙ «ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ» ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Η μετάφραση της εργασίας αυτής του Λουίτζι Φάμπρι έγινε από την έκδοση των Cienfuegos Press και Soil of Libarty από την Αγγλία και τις ΗΠΑ αντίστοιχα. Η κοινή αυτή έκδοση είχε τον τίτλο «The poverty of statism» («Η φτώχεια του κρατισμού») και περιείχε ένα διάλογο αναρχισμού-μαρξισμού. Τα κείμενα που περιλαμβάνονταν στην έκδοση αυτή ήταν τρία: 1) το κείμενο του Νικολάι Μπουχάριν «Αναρχία και Επιστημονικός Κομμουνισμός» από την μαρξιστική πλευρά και τα κείμενα του Λουίτζι Φάμπρι «Αναρχία και “Επιστημονικός» Κομμουνισμός» - το οποίο και παρουσιάζεται εδώ – και τα κείμενα του Ρούντολφ Ρόκερ «Αναρχισμός και Σοβιετισμός» και «Μαρξ και Αναρχισμός» από την αναρχοκομμουνιστική και αναρχοσυνδικαλιστική πλευρά αντίστοιχα.
Την έκδοση αυτή είχε προλογίσει ο Άλμπερτ Μέλτζερ, Άγγλος αναρχοσυνδικαλιστής και από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες του βρετανικού αναρχικού κινήματος στον 20ό αιώνα.
Εμείς, μεταφράζοντας και παρουσιάζοντας για πρώτη φορά στην ελληνική γλώσσα το κείμενο αυτό του Ιταλού αναρχοκομμουνιστή, Λουίτζι Φάμπρι, στοχεύουμε ξεκάθαρα στην προπαγάνδιση και ανάπτυξη του ρεύματος που αυτός εκπροσωπεί.
Ο Λουίτζι Φάμπρι γεννήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 1877. Ήταν και παραμένει ελάχιστα γνωστός έξω από τους ιταλικούς αναρχικούς κύκλους. Παρ’ όλα αυτά, υπήρξε ένας από τους πιο εξέχοντες αναρχικούς θεωρητικούς, ακολουθώντας και προπαγανδίζοντας το αναρχοκομμουνιστικό ρεύμα, στο οποίο, επίσης, περιλαμβάνονται και οι Λουίτζι Γκαλεάνι, Καμίλο Μπερνέρι και Πιέτρο Γκόρι, ανάμεσα σε άλλους. Έγινε αναρχικός σε ηλικία 17 ετών και μετά από δύο χρόνια συνάντησε τον Ερρίκο Μαλατέστα, με τον οποίο επιδόθηκαν σε διάφορες επαναστατικές δραστηριότητες. Ήταν συνεκδότης της ιταλικής αναρχικής επιθεώρησης «Il Pensiero» («Η Σκέψη»), αλλά συνεισέφερε και σε άλλες αναρχικές εκδόσεις, όπως την «Lotta Umana» («Ανθρώπινη Πάλη») και την τότε καθημερινή «Umanita Nova» («Νέα Ανθρωπότητα»), η οποία συνεχίζει σήμερα την κυκλοφορία της ως όργανο της Ιταλικής Αναρχικής Ομοσπονδίας (FAI) και της οποίας ο Ερρίκο Μαλατέστα ήταν εκδότης για χρόνια. Έγραψε, επίσης, διάφορα έργα, από τα οποία τα γνωστότερα είναι: «Μαλατέστα, η Ζωή και η Σκέψη του», «Δικτατορία και Επανάσταση», «Μαρξισμός και Αναρχισμός» και «Αστικές Επιδράσεις στον Αναρχισμό» (που έχει μετάαφραστεί και κυκλοφορήσει στα ελληνικά από την Ομάδα Αναρχοκομμουνιστών-Κοινοτιστών Νέας Σμύρνης, εκδόσεις «Ελεύθερος Τύπος»). Το 1926 κατάφερε να διαφύγει από την φασιστική τρομοκρατία, καταφεύγοντας πρώτα στο Βέλγιο και στην Γαλλία και μετά, αφ’ ότου απελάθηκε από εκεί, στην Ουρουγουάη όπου συνέχισε τον αγώνα και την αναρχική προπαγάνδα και πέθανε το 1935.
Ελευθεριακή Πρωτοβουλία Πειραιά
«Ούτε Θεός-Ούτε Αφέντης» Μελβούρνη, Αυστραλία
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Το Κράτος και ο Συγκεντρωτισμός της Παραγωγής
Για κάποιο διάστημα τώρα, οι κομμουνιστές συγγραφείς - και ειδικά μεταξύ αυτών και ο Μπουχάριν - θέλησαν να κατηγορήσουν τους αναρχικούς για κάποιο συγκεκριμένο λάθος, το οποίο οι αναρχικοί πάντα αρνούνταν και που μέχρι πρόσφατα μπορούμε να το προσάψουμε στα πρόθυρα των σοσιαλδημοκρατών της B’ Διεθνούς, στην αναγωγή δηλαδή όλου του προβλήματος μεταξύ του μαρξισμού και του αναρχισμού ως ζητήματος του ΤΕΛΙΚΟΥ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟΥ, δηλαδή της κατάργησης ή όχι του κράτους στην σοσιαλιστική κοινωνία του μέλλοντος. Κάποτε, οι δημοκράτες σοσιαλιστές οι οποίοι τότε, όπως και οι κομμουνιστές το κάνουν σήμερα, αποκαλούνταν «επιστημονικοί», επιβεβαιώνοντας την ανάγκη ύπαρξης του κράτους στο σοσιαλιστικό καθεστώς και πιστεύοντάς το, ήθελαν να περνιούνται για μαρξιστές. Μέχρι πολύ πρόσφατα, οι αναρχικοί συγγραφείς ήταν, πάνω-κάτω, οι μόνοι που εξέθεταν αυτό το ζήτημα ως διαστρέβλωση του μαρξισμού. Τώρα, από την άλλη πλευρά, γίνεται προσπάθεια να τους καταστήσουμε (τους αναρχικούς) υπεύθυνους γι' αυτήν την διαστρέβλωση.
Στο διεθνές, σοσιαλιστικό συνέδριο των εργατών στο Λονδίνο το 1896 – για το οποίο πολλοί πίστευαν ότι είχε συγκληθεί για ν’ αποκλειστούν οι αναρχικοί (οι οποίοι, τότε, είχαν απομείνει οι μόνοι που χρησιμοποιούσαν τον τίτλο κομμουνιστές) από τα διεθνή συνέδρια, λόγω του ότι δεν είχαν αποδεχτεί την κατάκτηση της εξουσίας ως μέσο ούτε και ως σκοπό - δεν ήταν άλλος από τον Ερρίκο Μαλατέστα ο οποίος ανέφερε ότι στην πραγματικότητα οι αναρχικοί και οι σοσιαλιστές είχαν έναν κοινό στόχο από την κατάργηση του κράτους και ότι στο συγκεκριμένο ζήτημα οι μαρξιστές υποστήριζαν τις θεωρίες του ίδιου του Μαρξ.
Κάποιο διάστημα πριν, στα κείμενα των αναρχικών, μέσω της πολύ καλής αναρχιστικής ερμηνείας του Καρλ Μαρξ, το 1872 - κάτι που είχε μνημονεύσει και ο Μπακούνιν - ο σοσιαλισμός είχε τεθεί ως ένα από τα κεντρικά σημεία μιας από τις βιαιότερες πολεμικές του Μαρξ ως εξής:
«Αυτό που όλοι οι σοσιαλιστές καταλαβαίνουν για την αναρχία είναι το παρακάτω: μόλις ο σκοπός του προλεταριακού κινήματος, η κατάργηση των τάξεων, επιτευχθεί, η εξουσία του κράτους - η οποία εξυπηρετεί στο να διατηρεί τη μεγάλη πλειοψηφία των παραγωγών κάτω από τον ζυγό μιας μικρής εκμεταλλευτικής μειονότητας, εξαφανίζεται - και οι λειτουργίες της κυβέρνησης μεταμορφώνονται σε απλές διοικητικές λειτουργίες» (3).
Δεν βρίσκουμε σωστή την ιδέα αυτή ότι η αναρχία είναι αποδεκτή, διότι δεν πιστεύουμε ότι το κράτος θα πεθάνει φυσιολογικά ή αναπόφευκτα ως αποτέλεσμα της κατάργησης των τάξεων. Το κράτος είναι κάτι παραπάνω από ό,τι το αποτέλεσμα του ταξικού διαχωρισμού, είναι, την ίδια στιγμή, ο δημιουργός των προνομίων απ’ όπου γεννιούνται νέες ταξικές διαιρέσεις. Ο Μαρξ εσφαλμένα πίστευε ότι μόλις καταργηθούν οι τάξεις, το κράτος θα πεθάνει φυσιολογικά λόγω «έλλειψης τροφής». Το κράτος δεν θα πεθάνει, εκτός εάν καταστραφεί εσκεμμένα, όπως και ο καπιταλισμός δεν θα πάψει να υπάρχει, εκτός εάν τον «σκοτώσουν» μέσω της απαλλοτρίωσης. Εάν ένα κράτος παραμείνει αμετάβλητο, τότε θα δημιουργήσει μια νέα άρχουσα τάξη για τον εαυτό του, εάν, δηλαδή, επιλέξει να μην συμμαχήσει με την παλιά κατάσταση. Συνοπτικά, οι ταξικές διαιρέσεις θα επιμείνουν να υπάρχουν και οι τάξεις, τελικά, ποτέ δεν θα καταργηθούν, όσο ζει το κράτος.
Αλλά εδώ δεν μπαίνει το ζήτημα του να δει κανείς τι μπορεί να είναι αλήθεια σε όσα πίστευε ο Μαρξ όσον αφορά το τέλος του κράτους. Είναι γεγονός ότι ο μαρξισμός συμφωνεί με τον αναρχισμό στην πρόβλεψη ότι ο κομμουνισμός ισοδυναμεί με το θάνατο του κράτους: μόνο που, σύμφωνα με τον μαρξισμό, το κράτος πρέπει να πεθάνει φυσιολογικά, ενώ ο αναρχισμός πιστεύει ότι το κράτος πρέπει να πεθάνει βίαια.
Και, ας το ξαναπούμε, οι αναρχικοί το κατέδειξαν αυτό - στην πολεμική τους με τους σοσιαλδημοκράτες, αμέτρητες φορές από το 1880 μέχρι σήμερα.
Οι εξουσιαστές κομμουνιστές, ενώ ήταν ορθώς κριτικοί στην ιδέα των σοσιαλδημοκρατών (την οποία, χωρίς αμφιβολία, την αποδίδουν, εσφαλμένα, στους αναρχικούς), ότι η βασική διαφορά μεταξύ του σοσιαλισμού και του αναρχισμού βρίσκεται στον τελικό στόχο του περιορισμού του κράτους, από την άλλη κάνουν με τη σειρά τους ένα λάθος που είναι παρόμοιο και ίσως βαρύτερο.
Αυτοί - και εκ μέρους τους και ο Μπουχάριν - πιστεύουν ότι η «πραγματική διαφορά» μεταξύ των αναρχικών και των κρατιστών κομμουνιστών είναι η εξής: ότι, ενώ «η ιδανική λύση των κομμουνιστών... είναι η συγκεντρωτική παραγωγή που οργανώνεται μεθοδικά σε μεγάλες μονάδες», ΤΟ ΙΔΑΝΙΚΟ ΤΩΝ ΑΝΑΡΧΙΚΩΝ ΣΥΝΙΣΤΑΤΑΙ ΣΤΗΝ ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΜΙΚΡΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΔΟΜΗ ΤΟΥΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΑΛΛΗΛΕΣ ΝΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΟΥΝ ΚΑΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ, ΑΛΛΑ... ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΙ ΜΕΣΩ ΕΝΟΣ ΔΙΚΤΥΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ (4).
Θα ήταν ενδιαφέρον να μάθουμε σε ποιο βιβλίο, φυλλάδιο ή πρόγραμμα των αναρχικών, τίθεται αυτό ως «ιδανικό» ή ακόμη ως ένας σκληρός και γρήγορος κανόνας!
Θα χρειαζόταν κάποιος να μάθει, για παράδειγμα, ποιες είναι οι δομικές ανεπάρκειες που αποκλείουν μια μικρή κοινότητα από το να διαχειριστεί μια μεγάλη μονάδα και πώς οι ελεύθερες συμβάσεις ή οι ελεύθερες συναλλαγές κλπ. είναι απαραίτητα εμπόδια σε αυτό. Έτσι, οι κρατιστές κομμουνιστές φαντάζονται ότι οι ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΜΙΚΡΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΜΕΝΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ. Γιατί μικρής κλίμακας;
Η πεποίθησή τους μάλλον είναι ότι η αποκέντρωση των λειτουργιών παντού και πάντα σημαίνει πτώση παραγωγής και ότι η παραγωγή μεγάλης κλίμακας και η ύπαρξη τεράστιων οργανώσεων παραγωγών είναι απίθανες, εκτός εάν διοικούνται κεντρικά από ένα μεμονωμένο κεντρικό γραφείο, σύμφωνα με ένα μεμονωμένο σχέδιο διαχείρισης. Να ποιο είναι το παιδαριώδες!
Οι μαρξιστές κομμουνιστές, ειδικά οι Ρώσοι, πλανώνται από τη μακρινή αυταπάτη της μεγάλης βιομηχανίας στη Δύση ή στην Αμερική, και κάνουν λάθος σχετικά με το σύστημα παραγωγής που είναι μόνο ένα τυπικά καπιταλιστικό μέσον κερδοσκοπίας, ένα μέσο άσκησης πίεσης. Και δεν εκτιμούν ότι αυτό το είδος συγκεντροποίησης, εκτός από το ότι ικανοποιεί τις πραγματικές ανάγκες της παραγωγής είναι, αντιθέτως, ακριβώς αυτό που την περιορίζει, την εμποδίζει και της βάζει φρένο, προς το συμφέρον του καπιταλισμού.
Όποτε οι δικτατορικοί κομμουνιστές μιλούν για «αναγκαιότητα της παραγωγής» δεν κάνουν καμιά διάκριση μεταξύ αυτών των αναγκαιοτήτων από τις οποίες εξαρτάται η προμήθεια μιας μεγαλύτερης ποσότητας και μιας υψηλότερης ποιότητας προϊόντων - και αυτό είναι που μας ενδιαφέρει από όλες τις σοσιαλιστικές και κομμουνιστικές απόψεις - και των αναγκαιοτήτων που ενυπάρχουν στο αστικό καθεστώς, την αναγκαιότητα των καπιταλιστών να αποσπάσουν μεγαλύτερο κέρδος, ακόμη και εάν χρειαζόταν να μειώσουν την παραγωγή. Εάν ο καπιταλισμός τείνει στη συγκεντροποίηση των λειτουργιών του, δεν το κάνει για χάρη της παραγωγής αλλά για τη συσσώρευση περισσότερου πλούτου - κάτι που οδηγεί από κοινού τους καπιταλιστές να αφήνουν τεράστια κομμάτια γης ακαλλιέργητα ή να περιορίζουν συγκεκριμένα είδη παραγωγής · ακόμη και να προχωρούν στην καταστροφή τελειωμένων προϊόντων. Όλες αυτές οι κατά μέρος θεωρήσεις δεν αποτελούν το κύριο ζήτημα τριβής ανάμεσα στους εξουσιαστές κομμουνιστές και τους αναρχικούς κομμουνιστές.
Όταν αναφέρονται στην υλική και τεχνική μέθοδο της παραγωγής, οι αναρχικοί δεν έχουν προδικάσει λύσεις ή απόλυτες προδιαγραφές και υποκλίνονται μπροστά σ’ αυτό που η εμπειρία και οι συνθήκες σε μια ελεύθερη κοινωνία συστήνουν και προδιαγράφουν. Αυτό που μετράει είναι ότι όποιο και να είναι το είδος παραγωγής που έχει υιοθετηθεί, θα έπρεπε να υιοθετηθεί από την ελεύθερη επιλογή των ίδιων των παραγωγών και να μην επιβληθεί ενδεχομένως ως εκμετάλλευση της εργασίας του άλλου. Δεδομένων όλων των προαναφερθέντων, το ερώτημα πώς πρέπει να οργανωθεί η παραγωγή έρχεται δεύτερο. Οι αναρχικοί δεν αποκλείουν εκ των προτέρων καμία πρακτική λύση και, παρομοίως, παραδέχονται ότι μπορεί να υπάρξει ταυτόχρονα ένας αριθμός διαφορετικών λύσεων, αφού επιχειρήσουν να θέσουν σ’ εφαρμογή αυτές που πρότειναν οι ίδιοι οι εργάτες, από τη που γνωρίζουν την επαρκή βάση για μια ολοένα μεγαλύτερη και καλύτερη παραγωγή.
Οι αναρχικοί αντιτίθενται με ζήλο στο απολυταρχικό, συγκεντρωτικό πνεύμα των κυβερνώντων κομμάτων και της κρατικής πολιτικής σκέψης, η οποία είναι από τη φύση της συγκεντρωτική. Έτσι, φαντάζονται την μελλοντική κοινωνική ζωή στη βάση του φεντεραλισμού, από το άτομο στο Δήμο, στην κοινότητα, στην περιφέρεια, στο έθνος, σε διεθνές επίπεδο, στη βάση της αλληλεγγύης και της ελεύθερης συμφωνίας. Και είναι φυσικό αυτό το ιδανικό να αντανακλάται και στην οργάνωση της παραγωγής, προτιμώντας όσο γίνεται μια αποκεντρωμένη οργάνωση παραγωγής. Αλλά αυτό δεν παίρνει τη μορφή μιας απόλυτης αρχής που πρέπει να εφαρμοστεί παντού και σε κάθε περίπτωση. Μια τέτοια γραμμή ελεύθερης σκέψης, από την άλλη πλευρά, θα εκτόπιζε τη δυνατότητα επιβολής μιας τέτοιας μονόπλευρης λύσης.
Για να είμαστε σίγουροι, οι αναρχικοί απορρίπτουν την ουτοπική ιδέα των μαρξιστών για παραγωγή οργανωμένη μ’ έναν συγκεντρωτικό τρόπο (σύμφωνα με τα προδικασμένα, μονόπλευρα κριτήρια διακανονίζονται από ένα κεντρικό γραφείο του οποίου η κρίση είναι αλάνθαστη). Αλλά το γεγονός ότι δεν αποδέχονται αυτήν την παράλογη μαρξιστική λύση δεν σημαίνει και ότι πηγαίνουν στην αντίθετη όχθη, στην μονόπλευρη αντίληψη «των μικρών κοινοτήτων που δεσμεύονται μόνον σε παραγωγές μικρής κλίμακας», που αποδόθηκε σ' αυτούς από την πένα του «επιστημονικού» κομμουνισμού. Ακριβώς το αντίθετο: από το 1890 και μετά, ο Κροπότκιν έλαβε ως σημείο εκκίνησης «...την παρούσα κατάσταση των βιομηχανιών, όπου τα πάντα είναι συνυφασμένα και εξαρτώνται αμοιβαία, όπου κάθε πλευρά της παραγωγής χρησιμοποιεί τις άλλες πλευρές». Και υπέδειξε μερικούς από τους πλατύτερους εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς παραγωγής, διανομής, δημοσίων υπηρεσιών και πολιτισμού ως παραδείγματα (δεόντως τροποποιημένα) πιθανών αναρχικών κομμουνιστικών οργανώσεων.
Οι εξουσιαστές κομμουνιστές, σεχταριστές και δογματικοί καθώς είναι, δεν μπορούν να δουν ότι άλλοι δεν είναι σαν αυτούς κι έτσι μας χρεώνουν με τα δικά τους ελαττώματα.
Η πεποίθησή μας, με γενικούς όρους, ακόμη και εάν έχει να κάνει με οικονομικά ζητήματα - ακόμη και όταν η εχθρότητά μας εστιάζεται κυρίως κατά των πολιτικών της εκδηλώσεων - είναι ότι ο συγκεντρωτισμός αποτελεί το λιγότερο χρήσιμο τρόπο για να δρομολογούνται τα πράγματα - ο λιγότερο κατάλληλος για τις πρακτικές απαιτήσεις της κοινωνικής ζωής. Αλλά αυτό με κανέναν τρόπο δεν μας εμποδίζει από το να παραδεχτούμε ότι μπορούν να υπάρξουν μερικά τμήματα παραγωγής, συγκεκριμένες δημόσιες υπηρεσίες, μερικά γραφεία διοίκησης ή συναλλαγής κλπ., όπου επίσης χρειάζεται μια κάποια συγκεντροποίηση των λειτουργιών. Στην περίπτωση αυτή κανείς δεν υποστηρίξει το αντίθετο. Αυτό που έχει σημασία για τους αναρχικούς είναι ότι δεν πρέπει να υπάρχει συγκεντροποίηση της εξουσίας και αξίζει επισημάνουμε εδώ ότι δεν θα υπάρξει καμία επιβολή σε κανέναν με τη βία, με το πρόσχημα ότι ικανοποιεί μια πρακτική ανάγκη, καμίας μεθόδου που έχει τη στήριξη μόνον των ολίγων. Ένας κίνδυνος που θα εξαφανιστεί εάν όλες οι κυβερνητικές εξουσίας και κάθε αστυνομικό σώμα, που ενδεχομένως επιβληθούν με τη βία και μέσω της μονοπωλιακής οπλισμένης βίας τους.
Σε αυτό το νεομαρξιστικό λάθος της υποχρεωτικής και απόλυτης συγκεντροποίησης, δεν αντιτάσσουμε την αποκέντρωση κάθε τι με τη βία, γιατί κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι περνάμε στην άλλη άκρη. Προτιμούμε την αποκεντρωμένη διοίκηση. Αλλά, τελικά, σε πρακτικά και τεχνικά προβλήματα, διαφέρουμε στην ελεύθερη εμπειρία, υπό το φως της οποίας, ανάλογα με τις συνθήκες και περιστάσεις που θα επικρατούν, κάτω από το ένα σύστημα ούτε κάτω από το άλλο μπορεί να αναδυθεί η κυριαρχία ή η εκμετάλλευση του ενός ανθρώπου από τον άλλον.
Δεν υπάρχει λόγος να συγχέουμε τον πολιτικό συγκεντρωτισμό με την κρατική εξουσία στα χέρια των λίγων με τη συγκεντροποίηση της παραγωγής. Και μάλιστα τόσο πολύ που σήμερα η παραγωγή δεν έχει συγκεντροποιηθεί στην κυβέρνηση, αλλά είναι μάλλον ανεξάρτητη απ’ αυτήν και έχει αποκεντρωθεί μεταξύ των διαφόρων ιδιοκτητών, βιομηχάνων, εταιρειών, περιορισμένων εταιρειών, διεθνών εταιρειών κλπ.
Σύμφωνα με τους αναρχικούς, η ουσία του κράτους δεν είναι (όπως φαντάζονται οι εξουσιαστές κομμουνιστές) ο μηχανιστικός συγκεντρωτισμός της παραγωγής - που είναι και διαφορετικό ζήτημα, για το οποίο μιλήσαμε ανωτέρω - αλλά, μάλλον, ο συγκεντρωτισμός της εξουσίας Ή ΝΑ ΤΟ ΘΕΣΟΥΜΕ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ Η ΠΙΕΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ της οποίας το κράτος απολαμβάνει το μονοπώλιο, μέσω αυτής της οργάνωσης βίας που είναι γνωστή ως «κυβέρνηση». Στον ιεραρχικό δεσποτισμό, στο δικαστικό, στον αστυνομικό και στο στρατιωτικό δεσποτισμό που επιβάλλουν τους νόμους τους στον καθένα, η οργάνωση αυτή υπερασπίζεται τα προνόμια της ιδιοκτήτριας τάξης και δημιουργεί άλλες δικές της. Αλλά, χωρίς αμφιβολία, εάν προσθέταμε τον οικονομικό συγκεντρωτισμό της παραγωγής στον συγκεντρωτισμό που οδηγεί σε μια περισσότερο ή λιγότερο δικτατορική κυβέρνηση όλων των αστυνομικών και στρατιωτικών εξουσιών - δηλαδή εάν το κράτος ήταν ταυτόχρονα αστυνομικός και αφεντικό και εάν ο τόπος εργασίας ήταν κάτι σαν ένα στρατόπεδο - τότε η πίεση του κράτους θα ήταν ανυπόφορη - και οι αναρχικοί θα πολλαπλασίαζαν τους λόγους της εχθρότητας τους απέναντί της.
Κατά αξιοθρήνητο τρόπο, αυτό είναι το φανερό τέλος του δρόμου στον οποίο περπάτησαν οι εξουσιαστές κομμουνιστές.
Τι θέλουν στην πραγματικότητα να πετύχουν οι κομμουνιστές; Τι ξεκίνησαν να χτίζουν στη Ρωσία; Την πιο συγκεντρωτική, καταπιεστική και βίαιη δικτατορία, κρατική και στρατιωτική. Και, επιπλέον, εμπιστεύονται ή σκοπεύουν να εμπιστευτούν, συγχρόνως, τη διαχείριση των κοινωνικών πόρων και την παραγωγή σ’ αυτό το δικτατορικό κράτος, το οποίο διαλύει κάθε δυσανάλογη κρατική αρχή, μεταμορφώνοντάς την επιπλέον ΣΤΗΝ ΑΠΟΛΥΤΗ ΖΗΜΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ, οδηγώντας στην καθιέρωση μιας νέας προνομιούχας τάξης ή κάστας στη θέση της προηγούμενης. Πάνω απ’ όλα τα’ άλλα ΠΡΟΣ ΖΗΜΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ, αξίζει να τονίσει κανείς. Και το ρωσικό παράδειγμα έδειξε ότι δεν κάναμε λάθος. Το ότι η Ρωσία βρίσκεται στο λιμό σήμερα αυτό οφείλεται στον κακόφημο αποκλεισμό του Δυτικού καπιταλισμού και την ασυνήθιστη ξηρασία. Αλλά το ΑΠΟΔΙΟΡΓΑΝΩΤΙΚΟ αποτέλεσμα της δικτατορικής γραφειοκρατίας, η πολιτική και στρατιωτική συγκεντροποίησηη, συνέβαλαν σημαντικά σ’ αυτό.
Οι εξουσιαστές κομμουνιστές αξιώνουν μας λένε ότι εύχονται και αυτοί την κατάργηση του κράτους. Γνωρίζουμε αυτήν την αξίωση από τον καιρό των Μαρξ και Ένγκελς. Αλλά η πεποίθηση ή η πρόθεση δεν αρκούν από μόνες τους. Πρέπει να ενεργήσει κανείς με συνέπεια από την αρχή. Αντίθετα, οι δικτατορικοί κομμουνιστές, εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί το κίνημά τους και την κατεύθυνση που αυτοί θα ήθελαν να επιβάλλουν στην επανάσταση, παίρνουν ακριβώς τον αντίθετο δρόμο απ’ αυτόν που οδηγεί στην κατάργηση του κράτους και στον κομμουνισμό.
Κατευθύνονται ολόισια προς το «δυνατό και κυρίαρχο κράτος» της σοσιαλδημοκρατικής μνήμης, προς μια πιο διαιτητική άρχουσα τάξη, κάτω από την οποία το προλεταριάτο του αύριο θα βρεθεί αναγκασμένο να κάνει μια νέα επανάσταση. Ας αφήσουμε αυτούς τους κομμουνιστές οι οποίοι επιδιώκουν σοβαρά να κάνει ο κομμουνισμός αυτό το μοιραίο λάθος που υπονομεύει τα αληθινά θεμέλια όλου του κτίσματος των απολυταρχικών κομμουνιστικών κομμάτων, αντί του να σπαταλούν το χρόνο τους με το να σκέφτονται τα φανταστικά λάθη των αναρχικών - αυτοί που έχουν κάθε δικαίωμα να απαντούν στις κριτικές των προσκυνητών αυτών του κομμουνισμού: ΦΥΣΙΚΕ, ΘΕΡΑΠΕΥΣΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου